Αποκλείστηκαν από τα μεταπτυχιακά 

διότι δεν συνεμορφώθησαν προς τις υποδείξεις...

Έκπληκτη η κοινή γνώμη πληροφορήθηκε ότι απορρίφθηκαν από το μεταπτυχιακό πρόγραμμα του Φυσικού της Κρήτης δυο φοιτητές που τέλειωσαν τις κανονικές τους σπουδές με 8,5 ο ένας και 7 ο άλλος, με καλύτερη δηλαδή βαθμολογία από άλλους συναδέλφους τους που έγιναν δεκτοί στα μεταπτυχιακά. Χαρακτηριστικό για το ποιόν των δύο παιδιών και την αγάπη τους για τη φυσική είναι ότι ο ένας είχε εισαχθεί με υποτροφία, δεύτερος στο Φυσικό της Αθήνας, το οποίο προτίμησε να εγκαταλείψει ξεκινώντας από την αρχή τις σπουδές του στο Φυσικό της Κρήτης. Στη συνέχεια κέρδισε κατ’ επανάληψη υποτροφίες για την επίδοσή του στις διάφορες ακαδημαϊκές χρονιές. Ο άλλος είχε επίσης πολύ καλές σπουδές, τόσο ώστε επελέγη για να συμμετάσχει πριν το τέλος των σπουδών του σε ερευνητικό πρόγραμμα του ΙΤΕ. Πρόκειται για χτυπητή περίπτωση αδικίας και διοικητικής αυθαιρεσίας.
Στην προσπάθειά του να εξηγήσει τα πράγματα προς τους δημοσιογράφους ο Πρόεδρος του Φυσικού, κ. Τσιρώνης υπονόησε ασαφώς ότι η κρίση για τους δύο φοιτητές βασίστηκε σε άλλα κριτήρια πλην της επιδόσεως (ξένη γλώσσα, συστατικές επιστολές κλπ), η αλήθεια όμως είναι ότι εκτός από την υψηλή βαθμολογία τα δύο παιδιά πληρούσαν κι όλες τις άλλες προϋποθέσεις που προβλέπονται από τον κανονισμό. Επίσης ο κ. Τσιρώνης αναφέρθηκε στο κριτήριο της προφορικής συνέντευξης (που εκ της φύσεώς της θα μπορούσε ίσως να παράσχει τυπικό κάλυμμα στην αυθαιρεσία), αλλά στην προκειμένη περίπτωση δεν υπήρξε συνέντευξη. Είναι απολύτως σαφές ότι η ομάδα των καθηγητών που διοικεί το Φυσικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Κρήτης επέβαλε την απόφαση αυτή κατά παράβαση της νομοθεσίας και του ισχύοντος κανονισμού, εξασφαλίζοντας με διάφορους τρόπους την ανοχή αρκετών διαφωνούντων συναδέλφων τους που δεν θέλησαν να έλθουν σε ανοιχτή ρήξη μαζί τους. Στην απόφαση αντιτάχθηκε μόνο ένας μικρός αριθμός καθηγητών του Τμήματος και ο σύλλογος των μεταπτυχιακών φοιτητών του Φυσικού (βλ. http://blog.edu.physics.uoc.gr/smffpk/).
Ποιοι είναι οι πραγματικοί λόγοι που οδήγησαν τους καθηγητές σ’ αυτήν την πράξη; Θεώρησαν ακαδημαϊκώς απαράδεκτη και «αήθη» τη συμμετοχή των δύο παιδιών σε διάφορες δραστηριότητες του φοιτητικού κινήματος, παλαιότερα τις φοιτητικές καταλήψεις και πρόσφατα τη συμμετοχή τους σε ένα «στέκι» που στήθηκε στο χώρο της σχολής από πολιτικά ανεξάρτητους φοιτητές. Γι’ αυτό το τελευταίο οι φοιτητές ζήτησαν άδεια από το φοιτητικό Κέντρο της σχολής, την οποία όμως δεν τους την έδωσαν, με την αιτιολογία ότι δεν αποτελούν επίσημο «θεσμικό όργανο» του πανεπιστημίου. Παρά ταύτα αυτοί έστησαν το «στέκι» τους, οργανώνοντας διάφορες συζητήσεις και άλλες εκδηλώσεις. Αν και η διοίκηση του Τμήματος δεν έκανε επισήμως καμία κίνηση για το κλείσιμο του «στεκιού», η συμμετοχή σε αυτό θεωρήθηκε από πολλούς καθηγητές αντίθετη στο «ακαδημαϊκό ήθος» και αυτό ήταν το άτυπο και ανομολόγητο κριτήριο για την απόρριψη των δύο παιδιών, όχι μόνο για να τιμωρηθούν οι ίδιοι, αλλά και για να παραδειγματιστούν οι υπόλοιποι, λαμβάνοντας ένα καθαρό μήνυμα, ότι στο Φυσικό περισσότερο κι από την απόδοση προέχει η προσήλωση στην κατεστημένη διοικητική τάξη (πράγμα που οι συγκεκριμένοι καθηγητές ταυτίζουν με το «ορθό ακαδημαϊκό ήθος»). Πρόκειται για εκδήλωση της γενικότερης «σκληρής» πολιτικής που έχει υιοθετηθεί τα τελευταία χρόνια από τους καθηγητές του Φυσικού της Κρήτης ως μοναδικός, όπως νιώθουν, τρόπος αποκατάστασης της ακαδημαϊκής τάξης στο ταραγμένο ελληνικό πανεπιστήμιο.
Είναι μια καλή αφορμή για να ανοίξει μια μεγάλη (και απολύτως αναγκαία τούτη την περίοδο) συζήτηση για τη σχέση καθηγητών-φοιτητών στο ελληνικό πανεπιστήμιο σήμερα, καθώς είναι σαφές πως εδώ δεν είχαμε να κάνουμε με κάποιους «ακροδεξιούς» καθηγητές που θέλησαν να «διώξουν» αριστερούς φοιτητές για τα φρονήματά τους, αλλά με μια αμήχανη (και αναποτελεσματική, όπως είμαι βέβαιος πως θα αποδειχθεί) προσπάθεια να αντιμετωπιστεί η κλιμακούμενη αγανάκτηση, απείθεια, ακόμα και βία (μέτρια ή και ακραία πολλές φορές) των αριστεριστών, αντεξουσιαστών και λοιπών εξεγερμένων φοιτητών, ιδιαίτερα μετά τα Δεκεμβριανά του 2008. Αυτό είναι ένα γενικότερο ζήτημα που απασχολεί έντονα το σύνολο του καθηγητικού σώματος στην ελληνική ανώτατη και ανώτερη εκπαίδευση. Και θα μπορούσε μάλιστα να δεχθεί κανείς ότι η σκληρή αυτή στάση των καθηγητών του Φυσικού της Κρήτης έχει ένα δίκιο παραπάνω, καθώς αποσκοπεί στην «προστασία» του υψηλού ακαδημαϊκού επιπέδου που έχει κατακτήσει το τμήμα με πολύχρονη και κοπιώδη προσπάθεια, σε αντίθεση προς τη γενικότερη καταβαράθρωση των ελληνικών πανεπιστημίων.
Το ζήτημα όμως είναι ότι η συγκεκριμένη στάση των καθηγητών του Φυσικού – και ως γενική πολιτική και στη συγκεκριμένη περίπτωση – είναι κοντόφθαλμη, και δείχνει τη γενικότερη αμηχανία του καθηγητικού σώματος και την αδυναμία του να βγει από το δίλημμα μεταξύ «δημοκρατικοπαιδαγωγικής» κολακείας και «επιστημονικοακαδημαϊκού» αυταρχισμού. Λείπει δηλαδή μια ισορροπημένη και γόνιμη στάση διαλόγου με τους φοιτητές επί της ουσίας όσων τους κάνουν να εξεγείρονται (πέρα από το τί επικαλούνται ή τι προτείνουν τα ίδια τα παιδιά, υιοθετώντας συνήθως έναν εξ ίσου αδιέξοδο και παλιομοδίτικο πολιτικοσυνδικαλιστικό λόγο). Η τάξη και η ειρήνη δεν μπορούν σήμερα να επέλθουν στο ελληνικό πανεπιστήμιο με την επιβολή ενός διοικητικού στυλ που θα προσπαθήσει να μιμηθεί τα πρότυπα των αυστηρών πανεπιστημίων του εξωτερικού. Η ακαδημαϊκή ομαλότητα και το δημιουργικό πνεύμα προϋποθέτουν τούτη τη στιγμή μια άλλη παιδαγωγική σχέση των καθηγητών με τους έλληνες φοιτητές· μια σχέση που θα πρέπει να αποδεχθεί ως δίκαια την αγανάκτησή των παιδιών (αλλοίμονο για τους νέους που δεν είναι τούτο τον καιρό αγανακτισμένοι με όσα συμβαίνουν στη χώρα μας) και να την προσανατολίσει σε δημιουργικούς και ευγενείς στόχους. Για να το κάνουν όμως αυτό οι καθηγητές θα πρέπει να αλλάξουν οι ίδιοι και να έχουν μια άλλη στάση ειλικρίνειας, προσφοράς και, θα έλεγα, και παλληκαριάς, όχι μόνο απέναντι στους φοιτητές, αλλά και απέναντι στον εαυτό τους. (Δύσκολα πράγματα!)
Από την άποψη αυτή η απόφαση των καθηγητών δεν ήταν μόνο ηθικώς και πολιτικώς απαράδεκτη. Ήταν επί πλέον και άσοφη και ατυχής. Και κατευθύνθηκε και σε λάθος στόχο. Διότι οι ενέργειες των δύο παιδιών που τους εξενεύρισαν και τους οδήγησαν στην απόρριψή τους, όπως η συμμετοχή στο «στέκι», κινούνταν ακριβώς σε αυτή τη λογική της δημιουργικής αναζήτησης ενός πολιτικού και επιστημονικού προβληματισμού έξω από τα γνωστά κομματικά στερεότυπα και μακριά από τις ακρότητες και τη βία που σε άλλες περιπτώσεις χαρακτηρίζουν τις φοιτητικές αντιδράσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι και οι δύο απορριφθέντες αρνούνται τους χαρακτηρισμούς που τους έχουν αποδοθεί από τα ΜΜΕ. «Ούτε αναρχικοί, ούτε αριστεριστές είμαστε», λένε, «απλώς προσπαθούμε να αντιληφθούμε τί συμβαίνει με τα πράγματα που καθορίζουν τη ζωή μας και να σταθούμε σωστά απέναντί τους». Πριν να απορρίψουν τα δυο αυτά παιδιά, ορισμένοι καθηγητές που είχαν με αυτά μια μακρά και στενή σχέση, τούς είχαν ζητήσει να εγκαταλείψουν το «στέκι», κι επειδή αυτά είχαν αρνηθεί, τα είχαν απομακρύνει ως «ανάξια» της συνεργασίας τους. Σε συνέχεια αυτής της στάσης τα απέρριψαν και από τα μεταπτυχιακά. Δεν επρόκειτο λοιπόν για δήλωση «πολιτικών φρονημάτων», όπως είπαν ορισμένοι, αλλά για κάτι χειρότερο. Για απαίτηση δουλοφροσύνης κατά τα πρότυπα των παλαιών καλών πανεπιστημιακών «βοηθών» προς τους παραδοσιακούς Έλληνες καθηγητές (διότι, όπως φαίνεται, αυτό είναι το ενεργό αρχέτυπο πίσω απ' αυτή την υπόθεση και όχι η ακαδημαϊκή αυστηρότητα της Οξφόρδης και του MIT). Δεν συνεμορφώθησαν προς τις υποδείξεις, και τιμωρήθηκαν παραδειγματικά.source:tvxs.gr
top